λιθοτριψία

λιθοτριψία
Νέα ιατρική τεχνική που χρησιμοποιεί ηλεκτρισμό ή εστιαζόμενα και συγκεντρωμένα υπερηχητικά κύματα κρούσης. Εφαρμόζεται στην εξωσωματική διάσπαση λίθων που σχηματίζονται κυρίως στο ουροποιητικό σύστημα. Ακολουθείται από έκπλυση με σκοπό την αποβολή των τεμαχιδίων που προέκυψαν από τη λ. Το μηχάνημα με το οποίο γίνεται η λ. ονομάζεται λιθοτρίφτης.
* * *
η
ιατρ.
1. ο θρυμματισμός τών λίθων τής ουροδόχου κύστεως με ειδικό όργανο που εισάγεται διά μέσου τής ουρήθρας
2. φρ. «εξωσωματική λιθοτριψία» — αναίμακτη τεχνική κατακερματισμού τών λίθων τού ουροποιητικού συστήματος με τη χρησιμοποίηση ηχητικών κυμάτων κρούσης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. lithotripsie < litho- (< λιθ[ο]-*) + tripsie (< τρίβω). Η λ. μαρτυρείται από το 1871 στο Λεξικόν ελληνογαλλικόν τού Άγγ. Βλάχου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • λιθοθρυψία — η ιατρ. η λιθοτριψία …   Dictionary of Greek

  • λιθοτριπτικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη λιθοτριψία. [ΕΤΥΜΟΛ. < λιθ(ο) * + τριπτικός (< τρίπτης < τρίβω). Η λ. μαρτυρείται από το 1844 στον Κ. Ασώπιο] …   Dictionary of Greek

  • λιθιάσεις — Παθολογικές καταστάσεις που προκαλούνται σε διάφορα όργανα του ανθρώπινου σώματος εξαιτίας της παρουσίας λίθων. Οι λίθοι (πέτρες) είναι στερεά σώματα, τα οποία σχηματίζονται στους εκφορητικούς πόρους των αδένων ή σε κοίλα όργανα εξαιτίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”